Οι νέες διατροφικές οδηγίες βρίσκονται ήδη στο στάδιο του σχεδίου από την καναδική κυβέρνηση. Η πρώτη μου σκέψη ήταν: τολμηρό. Τι λέει η καναδική γαλακτοκομική βιομηχανία γι’ αυτό; Υπάρχει εκεί λιγότερο λόμπινγκ; Διότι σε πολλές χώρες δεν επιτρέπεται να αγγίξουν αυτή την «ιερή αγελάδα».
Αυτό είναι μοιραίο, καθώς οι αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία από την υψηλή κατανάλωση γάλακτος και των προϊόντων της έχουν αποδειχθεί εδώ και καιρό. Ξέρετε ότι εδώ και 30 χρόνια ταξινομούνται τα γαλακτοκομικά προϊόντα ως επικίνδυνα για την υγεία. Ιδιαίτερα, επειδή είδα επανειλημμένα στους ασθενείς μου πόσες ασθένειες προκαλούν ή τουλάχιστον συμβάλλουν σε αυτές.
Ακόμα και αν αποστασιοποιηθεί κανείς από τις κοινωνικές συνήθειες και χρησιμοποιήσει την κοινή λογική, γίνεται σαφές: Κάθε είδος έχει ειδικό γάλα για τα μωρά του, όσο δεν μπορούν να καταναλώσουν στερεά τροφή. Αλλά εμείς πίνουμε γάλα από αγελάδες, κατσίκες και πρόβατα που δεν ανήκουν στο είδος μας. Ακόμη και τα μωρά συχνά αντιδρούν με άμεσα αμυντικά συμπτώματα όπως οι κολικοί. Συνδέονται άραγε με το γάλα;!
Ας ακούσουμε την επιστήμη: Το γάλα είναι ένα σύστημα σημάτων για τη διέγερση της κυτταρικής ανάπτυξης. Ενεργοποιεί τον κεντρικό διακόπτη της ανάπτυξης, το ενζυμικό σύμπλεγμα mTORC1. Για αυτό απαιτούνται ειδικά αμινοξέα, τα οποία υπάρχουν σε πολύ υψηλότερη συγκέντρωση στο αγελαδινό γάλα σε σύγκριση με το μητρικό γάλα. Αυτά οδηγούν επίσης στην έκκριση περαιτέρω αυξητικών ορμονών, ινσουλίνης και IGF-1.
Το mTORC1 καταστέλλει τα ανοσοκύτταρα. Ως εκ τούτου, το αγελαδινό γάλα θεωρείται ύποπτο για την ανάπτυξη αλλεργικών ασθενειών και αυτοάνοσων νοσημάτων.
Το γάλα διαθέτει ένα ακόμη, ιδιαίτερα σημαντικό επίπεδο εντολών-σημάτων: τη μεταφορά γενετικού υλικού μέσω μίκρο-ριβονουκλεϊκών οξέων – RNA, με τη μορφή ιόμορφων σωματιδίων. Αυτό το στοιχείο ελέγχου «απενεργοποιεί» συγκεκριμένα την παραγωγή «ανασταλτικών» μορίων πρωτεϊνών, κάτι που επιταχύνει περαιτέρω την ανάπτυξη.
Αμέσως μετά τη γέννηση, αυτοί οι επιταχυντές ανάπτυξης είναι απαραίτητοι. Αλλά μόνο όπως περιέχονται στο μητρικό γάλα, όχι στην ποσότητα που χρειάζονται οι πολύ μεγαλύτερες αγελάδες.
Αυτοί οι μηχανισμοί ευνοούν τις ασθένειες του πολιτισμού μας: την παχυσαρκία (υπερβολική διέγερση των λιποκυττάρων), τον διαβήτη (υπερδραστηριότητα των νησιδίων κυττάρων της παγκρεατικής ινσουλίνης), τον καρκίνο (υπερδιέγερση της ανάπτυξης των καρκινικών κυττάρων εξαρτώμενη από το mTORC1), την άνοια (αυξημένη ενεργοποίηση της βιοσύνθεσης πρωτεϊνών στα νευρικά κύτταρα) και την ακμή (υπερδιέγερση των σμηγματογόνων αδένων).
Επίσης, το γάλα αφαιρεί ασβέστιο από το σώμα και δεν το αυξάνει, καθώς για τον μεταβολισμό του χρειάζεται περισσότερο ασβέστιο από αυτό που παρέχει. Για αυτό το λόγο, το γάλα συμβάλλει στην οστεοπόρωση. Και, μια σουηδική μελέτη με πάνω από 100.000 συμμετέχοντες έδειξε ότι οι γυναίκες που έπιναν τρία ποτήρια γάλα την ημέρα είχαν 93% υψηλότερη θνησιμότητα από εκείνες που έπιναν λιγότερο από ένα ποτήρι.
Εύχομαι, προς το συμφέρον των ανθρώπων που δεν είναι ενημερωμένοι, αυτός ο καναδικός δρόμος να υιοθετηθεί επιτέλους και εδώ.
Όποιος αμφιβάλλει για το γεγονός ότι το γάλα ζώων μπορεί να είναι ανθυγιεινό για τον άνθρωπο, θα πρέπει να δώσει προσοχή στο όνομα του καθηγητή Harald zur Hausen. Ο γνωστός Γερμανός ερευνητής και βραβευμένος με το Νόμπελ Ιατρικής το 2008 θεωρεί πιθανή τη σύνδεση μεταξύ της κατανάλωσης γαλακτοκομικών προϊόντων και βοδινού κρέατος με την εμφάνιση καρκίνου του μαστού και του παχέος εντέρου, καθώς και της πολλαπλής σκλήρυνσης. Οι τρέχουσες μελέτες υποστηρίζουν την υπόθεσή του.
Νέα ευρήματα προέρχονται από το Κέντρο Έρευνας Καρκίνου της Χαϊδελβέργης. Οι επιστήμονες υποθέτουν ότι οι άνθρωποι που καταναλώνουν γαλακτοκομικά προϊόντα και βοδινό κρέας μπορεί να μολυνθούν με ορισμένους παθογόνους οργανισμούς. Πρόκειται για νεοανακαλυφθέντες DNA-παθογόνους παράγοντες, οι οποίοι βρέθηκαν τόσο στο αίμα των αγελάδων όσο και στο γάλα τους. Αυτοί οι παράγοντες ονομάζονται BMMFs — Bovine Meat and Milk Factors. Η ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Χαϊδελβέργης εντόπισε ακριβώς αυτούς τους BMMFs σε ανθρώπους που πάσχουν από καρκίνο και πολλαπλή σκλήρυνση. Θα χρειαστεί ακόμη κάποιο διάστημα μέχρι να συγκεκριμενοποιηθούν αυτές οι πρώτες ενδείξεις για τη σύνδεση μεταξύ των BMMFs και της εμφάνισης του καρκίνου ή της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Αλλά έτσι είναι πάντα στην ιατρική: Από την πρώτη υπόθεση μέχρι την ασφαλή επιστημονική απόδειξη μπορεί να περάσουν πολλά χρόνια.
Υπάρχουν, όμως, και άλλες ουσίες στο γάλα της αγελάδας που μπορεί να είναι επικίνδυνες για τον άνθρωπο — οι microRNΑ. Ο ρόλος τους είναι να απενεργοποιούν συγκεκριμένα γονίδια που αναστέλλουν και εξομαλύνουν την κυτταρική ανάπτυξη. Αυτή η αναπτυξιακή επίδραση του γάλακτος είναι επιθυμητή κατά τη διάρκεια του θηλασμού στα βρέφη. Ωστόσο, η ανατροφή μέσω του μητρικού γάλακτος περιορίζεται σε μια στενή χρονική περίοδο — τόσο στις αγελάδες όσο και στους ανθρώπους. Σήμερα θεωρείται βέβαιο ότι οι microRNΑ λόγω της συνεχούς διέγερσης της ανάπτυξης αποτελούν σημαντικό παράγοντα στην ανάπτυξη του καρκίνου, όπου η κυτταρική ανάπτυξη είναι ανεξέλεγκτη.
Τόσο οι BMMFs όσο και οι microRNΑ μεταφέρονται στον άνθρωπο μέσω των νανοσωματιδίων, των λεγόμενων εξωσωμάτων, από την κατανάλωση γάλακτος και κρέατος. Για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούνταν ότι αυτά τα σωματίδια καταστρέφονταν κατά τη διάρκεια των τεχνικών διαδικασιών επεξεργασίας, όπως η παστερίωση του γάλακτος. Όμως και αυτό αποδείχθηκε λανθασμένο. Επιπλέον, η αυξημένη ενεργοποίηση της αυξητικής ορμόνης IGF-1 στον άνθρωπο ενισχύεται από τα ζωικά γαλακτοκομικά προϊόντα — δηλαδή, η κυτταρική ανάπτυξη αυξάνεται ακόμη περισσότερο. Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πιο πρόσφατα ερευνητικά ευρήματα.
Βρίσκω συναρπαστικό ότι εδώ — όπως και σε πολλά άλλα πεδία έρευνας της ιατρικής — η φυσιοπαθητικη γνώση που απέκτησα μέσω της εμπειρίας εδώ και πολύ καιρό αποδεικνύεται όλο και περισσότερο.
Οι διατροφικές μου συστάσεις — προειδοποιώ για το γάλα εδώ και πολλά χρόνια — επιβεβαιώνονται από τις τελευταίες, όλο και πιο ακριβείς έρευνες.
Όταν οι ασθενείς μου αποφεύγουν τα ζωικά γαλακτοκομικά προϊόντα και τρέφονται κυρίως φυτικά, παρατηρώ βελτίωση της υγείας τους που η κλασική ιατρική αρχικά θεωρούσε αδύνατη.